- μηδιά
- Αρχαία χώρα της νοτιοδυτικής Ασίας και πιο συγκεκριμένα του βορειοδυτικού Ιράκ. Η Μ. συνόρευε στα Β με την Κασπία θάλασσα και την Αρμενία, στα Δ με τη Μεσοποταμία, στα Ν. με τα Σούσα και στα Α με την Περσία και τη χώρα των Πάρθων. Ήδη από τον 9o αι. π.Χ. στην περιοχή κατοικούσαν οι ιρανικές φυλές των Μήδων, από τους οποίους η περιοχή έλαβε και την ονομασία της. Οι πληροφορίες που σώζονται γι’ αυτές τις φυλές είναι πραγματικά πολύ λίγες και αφορούν έμμεσες πηγές, προερχόμενες από τα χρονικά των Ασσυρίων βασιλιάδων, οι οποίοι είχαν επανειλημμένα εκστρατεύσει εναντίον τους. Περίπου κατά το τέλος του 8ου αι. π.Χ. ένας τοπικός αρχηγός, ο Δηιόκης –σύμφωνα με την παράδοση, στην οποία αναφέρεται ο Ηρόδοτος– φαίνεται ότι ίδρυσε την αυτοκρατορία των Μήδων, η οποία, αρχικά με τον Φραόρτη και στη συνέχεια με τον Κυαξάρη, οδηγήθηκε σε μεγάλη ακμή, νικώντας την ασσυριακή αυτοκρατορία (612). Η περίοδος άνθισης δεν διήρκεσε πολύ, αφού ο Κύρος B’, το 550 π.Χ., κατέκτησε το βασίλειο και το ενσωμάτωσε στην περσική αυτοκρατορία.
Ανάγλυφη χρυσή πλάκα του 7ου-6ου αι. π.Χ., που προέρχεται από τον θησαυρό του Ώξου, αντιπροσωπευτικό έργο μηδικής τέχνης (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο).
* * *μηδιᾷ (Α)(κατά τον Ησύχ.) «γελᾷ».
Dictionary of Greek. 2013.